Κεφάλαιο 3

Màu nền
Font chữ
Font size
Chiều cao dòng

Είχαν περάσει 10 μέρες και η Sophia προσπαθούσε να κρατάει απασχολημένο τον Matt αλλά και να σιγουρέψει το άλλοθι της. Βέβαια, είχε ακόμα στο μυαλό της την πιθανότητα να τον σαγηνέψει και να την ξεχάσει για πάντα. Αλλά αυτό θα το αποφάσιζε στο τέλος.

Ήξερε ότι πολύ σύντομα έπρεπε να φύγει από το Mystic Falls. Η δουλειά της είχε ολοκληρωθεί. Τις τελευταίες μέρες είχε προσπαθήσει να ανακαλύψει τα μέρη όπου είχε ζήσει με την οικογένεια της κάποτε πριν από πολλούς αιώνες. Είχε βρει τις σπηλιές όπου έπαιζε με τα αδέλφια της και ένιωσε έντονη την παρουσία της ενέργειας τους. Ένιωθε όλη την περιοχή να γεμίζει με ενέργεια και μπόρεσε να αντλήσει αρκετή για να είναι δυνατή.

Όμως, όσο και αν προσπάθησε να το αποφύγει, δε μπόρεσε να μην αναπολήσει κάποια γεγονότα, κυρίως εκείνα που της άλλαξαν τη ζωή για πάντα.

Εκείνο το βράδυ, είχε επισκεφτεί το Matt στο σπίτι του και εκείνος της έδειχνε φωτογραφίες από τα παιδικά του χρόνια.

<<Εδώ ήμουν 8,>> είπε, δείχνοντας μια εικόνα με εκείνον και ένα κορίτσι πάνω σε ένα δέντρο. <<Πάντα προσπαθούσα να την προστατεύσω.>>

Η Sophia κατάλαβε ότι το κορίτσι της φωτογραφίας ήταν η αδελφή του, η Vicky.

<<Μακάρι να ήταν εδώ και ας έπρεπε να την προσέχω σύνεχεια.>>

<<Ξέρω πως είναι το να μην μπορείς να σώσεις κάποιον που αγαπάς.>>

Εκείνος την κοίταξε και είδε ένα βλέμμα που είχε δει πολλές φορές στα πρόσωπα των φίλων του, αλλά ποτέ στο δικό της. Ήταν το βλέμμα κάποιου που είχε βιώσει την απώλεια, κάποιοι που είχε ζήσει το θάνατο από κοντά.

Εκείνη άφησε το μυαλό της να γυρίσει πίσω, σε μια εποχή που ήταν μικρό κοριτσάκι, την μέρα που άρχισαν όλα.


Μια γυναίκα με ξανθά μαλλιά, χτένιζε τα μαλλιά του κοριτσιού μέσα στην καλύβα τους. Τα αδέλφια τους έλειπαν και εκείνη ήταν χαρούμενη γιατί ο αδελφός της, ο Niklaus, είχε υποσχεθεί να παίξουν μαζί εκείνη τη μέρα.

Ξαφνικά, άκουσαν μια φωνή να φωνάζει <<Nik!>> και έπειτα, η γνώριμη φωνή του αδελφού της να καλεί τη μητέρα τους.

Η γυναίκα σηκώθηκε και βγήκε τρέχοντας, το μικρό κορίτσι να την ακολουθεί τρομαγμένο.

Είδε τον αδελφό της να κρατάει κάποιον στην αγκαλιά του- τον αδελφό τους.

<<Hernik,>> ψέλλισε εκείνη, όμως το αγόρι δεν άκουγε πια. Τα ρούχα του ήταν ματωμένα και τα μάτια του κοιτούσαν άψυχα τον ουρανό.

<<Λυπάμαι,>> έλεγε μόνο ο Niklaus μα ήταν πια αργά.

Ο Elijah εμφανίστηκε δίπλα της και ούτε κατάλαβε πως χώθηκε στην αγκαλιά του. Το μυαλό της δε μπορούσε να καταλάβει τι είχε συμβεί, αλλά η καρδιά της δεν ήθελε εξηγήσεις. Ο αδελφός της δε θα γελούσε ποτέ ξανά και τα χείλη δε θα έβγαζαν κανένα ήχο.


<<Sophia, είσαι καλά;>>

Η φωνή του Matt την επανέφερε στην πραγματικότητα.

<<Ναι...Απλώς θυμήθηκα κάτι.>> Θύμωσε με τον εαυτό της που παρασύρθηκε από την ανάμνηση.

<<Πριν λίγο, δε φαινόσουν καλά. Κοιτούσες στο κενό και δε με άκουγες.>>

<<Θυμήθηκα κάτι.>> Γύρισε να τον κοιτάξει και του χαμογέλασε. <<Μην ανησυχείς, είμαι καλά. Χαίρομαι που συνέχισες τη ζωή σου μετά από αυτό που συνέβη στην αδελφή σου. Είσαι πολύ καλός άνθρωπος, Matt. Μην το ξεχάσεις ποτέ.>>

<<Υπάρχει και κάτι άλλο που δε θέλω να ξεχάσω,>> είπε και την πλησίασε.

Έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπο της και το έφερε κοντά. Την φίλησε μία φορα, και όταν εκείνη δεν αντιστάθηκε, τη φίλησε ξανά. Εκείνη δεν μπορούσε να αντισταθεί γιατί ένιωθε ωραία, γεμάτη και για πρώτη φορά, έστω και για λίγο, πίστεψε πως ήταν άνθρωπος και είχε φυσιολογική ζωή.

Τα χείλη τους χώρισαν και την κοίταξε στα μάτια. Και τότε, εκείνη κατάλαβε ότι είχε κάνει λάθος. Σηκώθηκε όρθια, προσπαθώντας να τον αποφύγει.

<<Αυτό δεν έπρεπε να συμβεί.>>

<<Γιατί όχι; Και μην μου πεις τις δικαιολογίες για το κολλέγιο και όλα όσα λες τόσο καιρό. Μπορεί να μην ξέρω πολλά πράγματα αλλά ένα από τα πράγματα που γνωρίζω στα σίγουρα είναι ότι όταν θες κάτι πολύ τίποτα και κανείς δεν μπορεί να σε σταματήσει.>> ξέσπασε εκείνος. <<Μήπως έκανα κάτι που σε πλήγωσε;>> τη ρώτησε όταν εκείνη δεν απάντησε.

Κούνησε το κεφάλι της αρνητικά. <<Λυπάμαι. Πραγματικά. Όμως δεν μπορώ να σου τίποτα. Πρέπει να φύγω.Μην ξεχάσεις αυτά που σου είπα και μην φύγεις από την πόλη.Έχω ένα άσχημο προαίσθημα.>>

<<Ναι, μου το έχεις ήδη πει.>>

<<Θέλω να είσαι ασφαλής.>> Μάζεψε τα πράγματα της και άνοιξε την πόρτα. <<Αντίο,>> του είπε και έφυγε πριν προλάβει να τη σταματήσει.

<<Αντίο,>> είπε ο Matt, βλέποντας της να τρέχει στο δρόμο.

Δύο ώρες αργότερα, η Sophia έμπαινε σε ένα αμάξι, έχοντας μια μικρή τσάντα με τα λιγοστά της υπάρχοντα. Η πινακίδα εξόδου από το Mystic Falls ήταν μόλις λίγα μέτρα πίσω τους. Στη θέση του οδηγού καθόταν ένας άνδρας.

<<Μου έλειψες πάρα πολύ, >>του είπε ενώ τα μάτια της ήταν δακρυσμένα.

<<Και έμενα,>> είπε ο James και την αγκάλιασε σφιχτά. <<Έτοιμη;>>

<<Ναι,>> απάντησε και πήρε μια βαθιά εισπνοή προσπαθώντας να ηρεμήσει.

<<Δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα. Οι άλλοι πρέπει να σε φοβούνται,>> της θύμισε.

<<Όσοι με γνωρίζουν, θα μάθουν πως η παλιά Sophia πέθανε και στη θέση της υπάρχει μια άλλη. Και όσοι δεν με ξέρουν, δεν θα ξεχάσουν το όνομα μου.>>

Το αμάξι ξεκίνησε και ετοιμάστηκαν για το επόμενο μέρος του σχεδίου.

<<Επομένος προορισμος: Νέα Ορλεάνη,>> σκέφτηκε η Sophia.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen2U.Pro