37. Λούσιεν (1/2)

Màu nền
Font chữ
Font size
Chiều cao dòng

Πλησίασε διστακτικά και έκατσε απέναντι του, όπως συνήθιζε να κάνει.

"... Γεια."

Ο άλλος ούτε που σήκωσε κεφάλι να τον κοιτάξει καθώς ανακάτευε το φαΐ μπροστά του με το πιρούνι του. Παρά τις ομιλίες τριγύρω, η σιωπή μεταξύ τους φάνηκε εκκωφαντική για τον Χένρι. Παράλληλα με την περίοδο μεταξύ του περιστατικού του ξεσκεπάσματος του Θίοντορ Πάουκεβ και της επιτυχούς φυγής του από την Αμερική, ο γίγαντας είχε περάσει τέσσερις μέρες εκτός τραπεζαρίας.

Όπως και όλοι οι φυλακιζόμενοι άλλωστε καθώς έπρεπε να διορθωθούν οι ζημιές που είχαν γίνει. Έρευνες γίνονταν επίσης για να βρεθεί το τι προκάλεσε τους πάντες να τρελαθούν. Οι μάγειρες ανακρίνονταν βάναυσα. Ύστερα πέρασαν αυτές οι μέρες. Στις οποίες ο Χένρι αγωνιούσε για το αν ήταν καλά ο Λούσιεν.

Το ότι τον έβλεπε να κάθεται στο συνηθισμένο τραπέζι, στο συγκεκριμένο σημείο της τραπεζαρίας προς στιγμήν τον ανακούφισε. Ύστερα με την σιωπή του ξανθού είχε αρχίσει να ανησυχεί πάλι. Περίμενε και περίμενε, διάολε, είχαν περάσει πάνω από 10 λεπτά χωρίς να πουν τίποτα.

"Λούσιεν;" Ρώτησε διστακτικά. Ο ξανθός σταμάτησε να ανακατεύει το φαγητό του και πέτρωσε. Ο Χένρι προσπάθησε να κάνει λίγο προς τα πίσω και να στηρίξει το κεφάλι του στο τραπέζι, για να χαμηλώσει και βρεθεί λίγο πιο κάτω από το επίπεδο του προσώπου του ξανθού, να δει πως φαινόταν.

Προσπάθησε να δει την έκφραση του. Εξακολουθούσε να φοράει επίδεσμο στο μάγουλο του και τα μάτια του φαίνονταν απλώς νεκρά, έβλεπαν το κενό. Ο Χένρι κατσούφιασε και κοίταξε στα δεξιά του προσπαθώντας να σκεφτεί τι να κάνει.

"Σχετικά με ό,τι συνέβη στην τραπεζαρία μέρες πριν..."

Γύρισε τόσο γρήγορα το κεφάλι του να τον κοιτάξει που σχεδόν θα μπορούσε σαν σε καρτούν να το γυρίσει 360° ακούγοντας τη φωνή του. Ο Χένρι περίμενε με αγωνία να ακούσει τον Λούσιεν να συνεχίσει να μιλάει, όμως ο ξανθός φαινόταν να κομπιάζει. Του έδωσε λίγο χρόνο ακόμα προτού χαμηλώσει πάλι το κεφάλι του.

"Ναι;" Ρώτησε απαλά. Φευγαλέα ο ξανθός τον κοίταξε και απλώς βλέποντας όλη αυτή την ανησυχία και προσμονή, πίεσε τα χείλη του ακόμα περισσότερο. Του το έκανε πιο δύσκολο...

"Τότε... συγκεκριμένα με το πέρας της επίδρασης του Θερμού Κύματος, όταν..." Πάλι σταμάτησε και έκλεισε σφιχτά τα μάτια του. "... να... όταν απλά... πήγα και έπεσα... απάνω σου..." Πάλι τον κοίταξε και η Σκιά του έγνεψε. Ο Λούσιεν φαινόταν έτοιμος πάλι να ξεσπάσει, αντ' αυτού πήρε μια βαθιά ανάσα και την έβγαλε αργά. "... Συγνώμη." Ο γίγαντας τον κοίταξε με απορία.

"Για τι ζητάς συγνώμη;;;"

"... Ήμουν... Φέρθηκα εκτός εαυτού, δεν-... Δεν ξέρω τι με έπιασε, δεν έπρεπε να με δεις... έτσι." Κατέληξε ο Λούσιεν και σταύρωσε τα χέρια του στρέφοντας το βλέμμα του πιο μακριά του. Ο Χένρι το σκέφτηκε λίγο.

"... Δεν πειράζει. Το χρειαζόσουν." Ο ξανθός τον κοίταξε με απορία. Έχοντας αυτή τη στιγμή οπτικής επαφής, ο γίγαντας χαμογέλασε απαλά και στήριξε το κεφάλι του στις παλάμες του. "Συμβαίνει και στους πιο σκληρούς από εμάς, απλώς... άλλοι ξεσπάνε κάπου απομονωμένα και ασφαλή για να μπορούν να επαναφέρουν και διατηρήσουν την αυτοκυριαρχία και ψυχραιμία τους ευκολότερα, χωρίς ποτέ να δείχνουν σε άλλους τις στιγμές που είναι ευάλωτοι. Άλλοι μπορεί να βρεθούν εκτεθειμένοι. Εσύ δεν είχες την ευκαιρία να πας κάπου να απομονωθείς και ηρεμήσεις με το πάσο σου. Είχες και εκείνη τη στιγμή κρίση πανικού. Το καταλαβαίνω, από πρώτο χέρι. Σε καταλαβαίνω." Ο Λούσιεν τον κοίταζε όλη αυτή την ώρα ανοιγοκλείνοντας μάτια λίγο πιο γρήγορα από το συνηθισμένο. Δευτερόλεπτα αργότερα αφότου ο Χένρι σταμάτησε να μιλάει, κοίταξε πάλι αλλού και τύλιξε τα χέρια γύρω από το σώμα του.

"... Γιατί και πως καταφέρνεις να είσαι ακόμα έτσι;" Σχεδόν δεν τον άκουσε ο Χένρι, ο οποίος χαμογέλασε.

"Όσο πιο νωρίς, τόσο πιο εύκολο να μάθεις να κατανοείς τον άλλο συναισθηματικά. Δεν είναι αργά για κανέναν πάντως." Είπε. Σιωπή έπεσε πάλι μεταξύ τους για κάμποσο.

"... Πόσα είδες;" Ρώτησε εντέλει ο ξανθός και ο Χένρι έπιασε κατευθείαν σε τι αναφερόταν.

"... Πολλά." Είπε άβολα. Ο Λούσιεν μουρμούρισε κάτι στα Πολωνικά και πίεσε τα χείλη του πάλι.

"... Τι συγκεκριμένα;" Βασικά ο Χένρι μπορούσε να θυμηθεί τα πάντα. Από τους μώλωπες, τα σημάδια και τα ράμματα σε κοιλιά και στήθος που έκαναν μπαμ στο κατάλευκο σώμα του ξανθού, ως το τατουάζ στο μπράτσο του. Τα περιέγραψε. "Α, τόσο καλά..."

"Ποιος σου τα έκανε όλα αυτά;" Ρώτησε ο Χένρι όχι τόσο ανήσυχα όσο με κάποιο σκοτάδι στη φωνή του, που δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Λούσιεν καθώς τον κοίταξε με κάποια έκπληξη. Είχε σοβαρέψει εντελώς η Σκιά. Μα ο ξανθός απλώς ξεφύσησε από τη μύτη του κοφτά.

"Μην σκας μπουλούκο. Τους βρήκα και τους τακτοποίησα όλους όσους με άγγιξαν, μόνος μου, εδώ και χρόνια." Μηχανικά έφερε το χέρι του στο μπράτσο του. "Δεν μου τα προκάλεσαν όλα τα σημάδια άλλοι πάντως."

"Σίγουρα;" Ρώτησε ο Χένρι. Ο Λούσιεν σταύρωσε τα χέρια του καθώς κοίταζε τον Χένρι.

"... Τρώγεσαι ακόμη πάρα πολύ να με ακούσεις να σου εξιστορώ την ιστορία της ζωής μου ή κάτι τέτοιο. Έτσι;" Ρώτησε με κάποιο δισταγμό στη φωνή του τότε.

ΝΑΙ.

Διάολε ναι, τον είχαν φάει οι ερωτήσεις τον Χένρι και τα σημάδια απάνω στον Λούσιεν είχαν κάνει το πράγμα χειρότερο.

"... Ναι." Απάντησε η Σκιά εστιάζοντας το βλέμμα του λίγο παραπάνω στον ξανθό. "... Ωστόσο θα μου μιλήσεις μόνο όταν και άμα αισθάνεσαι αρκετά ψύχραιμος." Εξακολουθούσε να θέλει πάντως να του δώσει χώρο και χρόνο.

"..." Ο Λούσιεν, έκλεισε μάτια και πάλι ξεφύσησε από τη μύτη του, κοφτά και απότομα.

Φαινόταν ενοχλημένος, αλλά όχι επειδή του ζητούνταν να μιλήσει για τον εαυτό του. Περισσότερο επειδή πάλευε ακόμη μέσα του για το αν ήθελε, αν μπορούσε να μιλήσει στον γίγαντα. Ο οποίος έγειρε λίγο προς τα μπρος και τον κοίταξε με μεγάλα ματάκια, υπομονετικά και ήρεμα.

"Είναι πάρα πολλά αυτά στην ιστορία σου... για τα οποία αισθάνεσαι ντροπή;" Φάνηκε να διστάζει λίγο ο ξανθός, πάντως όπως γύρισε να κοιτάξει αλλού, έγνεψε"Άμα σε βοηθήσει να αισθανθείς καλύτερα, έχω και εγώ από την δική μου ιστορία πράγματα για τα οποία αισθάνομαι ντροπή. Άθλια. Άμα με εμπιστευτείς αρκετά να μου πεις για σένα, τότε είναι μόνο δίκαιο να ακούσεις και εσύ για μένα. Θα είμαστε πάτσι. Τι λες;" Ρώτησε ο Χένρι. Το σκέφτηκε ο Λούσιεν.

"... Εντάξει... Θα σου πω." Είπε εντέλει μαγκωμένα.

~

Προοπτική Λούσιεν...

Ήδη φαίνονταν κάποια πράγματα προφανή απάνω μου για το τι σόι κολαστήρια πέρασα και έγινα έτσι. Όσο κι αν ο Χένρι δείχνει λίγο... άσχετος σε κάποια θέματα, πρέπει να έχει μαντέψει κι αυτός. Παραταύτα, όσο κι αν τρωγόταν να ακούσει, τόσο καιρό μου κάνει την πάπια και δεν με πιέζει. Ουφ...

Ένα τόσο δα κομμάτι βαθιά μέσα μου μόνο διστάζει ακόμα για το αν κάνω καλά που πάω να ανοίξω τα εσώψυχα μου σε αυτόν. Επειδή άμα το κάνω αυτό, σημαίνει πως θα πρέπει να ξεθάψω τη Νάντια, που την έστειλα να θαφτεί μόνη της επειδή είναι ντροπιασμένη, ατιμασμένη και αδύναμη.

Αφελής, ευκολόπιστη, φοβισμένη και αβέβαιη... Όχι αυτό που έγινα τη μέρα που σκότωσα για πρώτη φορά. Το να μιλήσω για αυτή θα προσφέρει τις πιο ευάλωτες πληροφορίες για εμένα. Είναι τέτοιες που κάποιος θα μπορούσε με οποιονδήποτε τρόπο να τις χρησιμοποιήσει εις βάρος μου.

Και παρότι το φορτίο των αναμνήσεων είναι αβάσταχτο να το κρατάω μόνος μου, άμα ο ακροατής μου αποδειχθεί ανάξιος εμπιστοσύνης, έτσι όπως είμαι στη φυλακή δεν θα έχω τη δυνατότητα να του εκρήξω τα αρχ*δια και οποιουδήποτε άλλου έχει αποκαλύψει για το παρελθόν μου. Όχι ότι το έχω κάνει.

Ή ίσως και να το έχω κάνει, που ξέρεις...

Ξεφεύγω από το θέμα. Διάολε... Θα είναι οδυνηρό. Και θα είναι δύσκολο... Όμως χρόνια έχω να δω κάποιον να με κοιτάζει και μου μιλάει με τέτοια ειλικρίνεια και κατανόηση στο βλέμμα του σαν τον Χένρι. Και τώρα με κοιτάζει έτσι, ΈΛΑ ΤΏΡΑ! Γίνεται να μου παίζει τόσο καλό θέατρο;

Δεν μπορεί, αλλιώς απλώς θα είναι ο πρώτος που θα έχει καταφέρει να με ξεγελάσει τόσο άσχημα να τον εμπιστευτώ μετά από χρόνια. Λοιπόν... η συμφωνία είναι συμφωνία και μια ιστορία να πω, που με τον Χένρι, ελπίζω και να μου κάνει καλό να την βγάλω από μέσα μου...

Κι αν κάνω και αυτή τη φορά λάθος με το που επέλεξα να εναποθέσω την εμπιστοσύνη μου, τα παρατάω. Απ' όλους κι απ' όλα, εντελώς. Μην μου βγεις και εσύ σκάρτος μπουλούκο... παρακαλώ...

Γεννήθηκα στο Οπόλε της Πολωνίας, ως κορίτσι με το όνομα Νάντια. Καμία σχέση με το όνομα το οποίο κυκλοφορώ, μα θα φτάσουμε και σ' αυτό το σημείο της αφήγησης για το πως και γιατί κατέληξα με αυτό. Η μαμά μου λεγόταν Μαγδαλένα.

Ήταν καλή γυναίκα, αλλά δεν βρισκόταν συχνά στο σπίτι. Εργαζόταν, τότε δεν ήξερα που. Δεν καταλάβαινα. Ό,τι κι αν ήταν, που το έμαθα μόνο πολύ καιρό μετά τον φόνο της, απαιτούνταν συχνά να φεύγει μακριά από το σπίτι. Καμιά φορά και εκτός χώρας έλεγε.

Πάντως ακόμη κι όταν ήταν μακριά, μιλούσαμε από το τηλέφωνο συχνά. Συνήθιζε, όταν βρισκόταν στο σπίτι να μου μιλάει για τα πράγματα που έβλεπε όταν ήταν εκτός δουλειάς. Όταν της επιτρεπόταν να ξεσκάσει και παρατηρήσει. Άλλοτε παίζαμε, τα στερεοτυπικά παιχνίδια για κορίτσια, με κούκλες και τέτοια.

Πάντως χάρη σε εκείνη και τα λεφτά που έβγαζε μπορούσε να με στέλνει στα καλύτερα κτίρια εκπαίδευσης. Στο καλύτερο και ασφαλέστερο Νηπιαγωγείο, αργότερα στο πιο ποιοτικό και ακριβό Δημοτικό σχολείο της πόλης. Εκείνη με στήριζε στο να μελετάω και με βοήθαγε άμα δυσκολευόμουν.

Παρά την συχνή απουσία της την αγαπούσα, χαιρόμουν όταν γύριζε σπίτι. Ακόμη κι αν όλες οι στιγμές που περνούσα χρόνο μαζί ήταν πολύ λιγότερες από αυτές που ήταν μακριά όμως. Και όταν ήταν μακριά, αναγκαζόμουν να μένω κάτω από την ίδια στέγη και υπό την 'επίβλεψη' τον Βαλεντίν.

Είτε το πω τώρα, είτε όχι, με πονάει στον εγκέφαλο, οπότε απλώς θα το πετάξω στα γρήγορα, αφού πήρα φόρα και μιλάω που μιλάω:

Ο Βαλεντίν ήταν τέρας. Τέρας που κατάφερνε να κρύβεται κάτω από το δέρμα του 'άνεργου γονέα-σπιτονοικοκυραίου'. Αυτή θα είναι η μία και μοναδική φορά που τον αποκαλώ ή σκέφτομαι ως 'μπαμπά' ύστερα από χρόνια, από 'κει και ύστερα θα συνεχίσω να τον λέω με το όνομα του, ή άλλα 'χαϊδευτικά'.

Όταν η μαμά ήταν στο σπίτι, όλα ήταν τέλεια και καταπληκτικά. Φαινόμασταν σαν μια πολύ χαρούμενη μικρή οικογένεια, με τον Βαλεντίν να κάνει τις δουλειές του σπιτιού. Όταν έφευγε η μαμά, εκείνος πέταγε τη μάσκα του στα σκουπίδια. Και τα ρούχα του. Και εμένα στο κρεβάτι, ύστερα τον εαυτό του απάνω μου.

Από όταν θυμάμαι τον εαυτό μου και πιο πριν από αυτό πρέπει να ξεκίνησε... όλη αυτή η κατάσταση. Στην οποία εγώ, μικρό αδύναμο κορίτσι που ήμουν, δεν είχα την παραμικρή πιθανότητα, ούτε ικανότητα να αντισταθώ από εκείνον να με ξεσκίζει σωματικά, συναισθηματικά, ψυχικά.

Και κατάφερνε να το κάνει αυτό για χρόνια επειδή ήταν ένα αρκετά έξυπνο και πάρα πολύ προσεκτικό κάθαρμα. Καθώς επίσης εγώ ήμουν αφελής και εύκολα διαχειρίσιμος... ή μάλλον διαχειρίσιμη συναισθηματικά τότε να πιστεύω τις εκφοβιστικές του μαλ*κίες, που μου προκαλούσαν τόσες ανασφάλειες και αγωνία. Ακόμη, την ιδέα του πόσες τύψεις θα είχα άμα μιλούσα στον οποιοδήποτε για αυτά που μου έκανε.

Χα...

Με 'δίδαξε' από νωρίς, για να με έχει του χεριού του, ποτέ να μην τον αμφισβητήσω και παρακούσω, πως τα κορίτσια στην πραγματικότητα είναι καλά και χρήσιμα μόνο για το σεξ. Δεν έχουν φωνή, δεν φέρνουν αντιρρήσεις και πάντα κάνουν αυτό που τους λένε οι άλλοι.

Το βουλώνουν εκτός άμα τους δίνουν το λόγο. Ή άμα τις πηδάνε. Πως είναι αδύναμα, πάντα υπόδουλα του άντρα-αρχηγού. Όσο πιο γρήγορα μαθαίνουν να υπακούν σε αυτόν και στις ανάγκες του, τόσο περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης.

Έτσι υποτίθεται είχε κάνει και η μαμά μου και τη λυπήθηκαν να της δώσουν δουλειά. Με είχε πείσει ακόμα ο Βαλεντίν πως άμα μιλούσα στον οποιοδήποτε για ό,τι μου συνέβαινε, όχι μόνο δεν θα έβρισκα βοήθεια, αλλά όλοι θα με μισούσαν.

Και θα αηδίαζαν, επειδή τότε θα ήξεραν πως είμαι ένα μικρό στιγματισμένο πο*τανάκι που του αρέσει να το πηδάνε. Ειδικά η μαμά, που θα ντρεπόταν παραπάνω από όλους που δούλευε και σκιζόταν για να μεγαλώνει μια τέτοια κόρη. Και με το να την φέρνει στην κουβέντα με έκανε να ράβω το στόμα μου σφικτά.

Αχ ανόητη Νάντια, ήσουν τόσο μικρή τότε...

Εάν υπάρχουν πράγματα που να χρωστάω... ή μάλλον έμαθα, σιγά μην χρωστάω τίποτα για τα βασανιστήρια μου, είναι οι ικανότητες καταπίεσης συναισθημάτων και η αποτελεσματική χρήση καλλυντικών. Αργότερα, λίγο οι μεταμφιέσεις.

Με τις απειλές του Βαλεντίν, πίεζα τον εαυτό μου να μην κλαίει, να μην δείχνω πανικό μπροστά σε άλλους και να δίνω τα καλύτερα μου χαμόγελα. Και ύστερα τον παρατηρούσα αφότου τέλειωνε να με βι*ζει, μου αφήνει σημάδια και με στέλνει να πλυθώ.

Έπιανε τα καλλυντικά και τα έστρωνε αριστοτεχνικά απάνω μου, εκεί που ήθελε να καλύψει. Του το δίνω, σίγουρα ήξερε καλά πως να τα χρησιμοποιεί και σε τι ποσότητα. Από την άλλη δεν ρίσκαρε να μάθει κανείς για τις βρωμιές του.

"Παρατήρησε και μάθε να τα χρησιμοποιείς και μόνη σου μικρό άχρηστο μο*νί, μπας και γίνεις λιγότερο άχρηστη από όσο είσαι."

Και σίγουρα ήθελε γιο, να τον κάνει σαν τα μούτρα του.

Άλλος λόγος που με ήθελε καλυμμένη από σημάδια ήταν για το σχολείο. Έλεγε πως άμα ήθελα να πηγαίνω εκεί, θα κρατούσα το στόμα κλειστό και τα πόδια ανοιγμένα όταν στο σπίτι, όποτε ήθελε αυτός. Έλεγε πως μου κάνει μεγάλη χάρη που μου δίνει λίγη ελευθερία έξω από το σπίτι, αποκαλώντας με αχάριστο μιαρό πλάσμα κι από πάνω.

Εντωμεταξύ ήξερα πως η μαμά ήταν αυτή που έφερνε κυρίως τα λεφτά και πως εκείνη τεχνικά ήταν υπεύθυνη να μαθαίνει κάθε στιγμή το πως τα πάω στο σχολείο, άρα και το άμα πηγαίνω. Αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να το πω στον Βαλεντίν αυτό χωρίς να μην με αναγκάσει να πέσω στα γόνατα, να φάω την ψ*λή του και εντέλει τα χύσ*α του.

ΓιΑ νΑ μΆθΩ νΑ μΗν ΕίΜαΙ αΥθΆδΗς.

Πάντως ειλικρινά, το σχολείο ήταν η απόλυτη ελευθερία για μένα.

Τι κι αν οι περισσότεροι το αποκαλούν φυλακή, για εμένα ήταν περισσότερο σπίτι από το αληθινό μου σπίτι, εκείνο ήταν η φυλακή μου όταν η μαμά δεν ήταν κοντά. Και έτσι το αγάπησα. Πρώτα για το ότι ο Βαλεντίν δεν μπορούσε να με πιάσει εκεί, τα βρομόχερα του θα βρίσκονταν εκτός ορίων ασφαλείας.

Ύστερα για τα μαθήματα. Τα απολάμβανα όλα και με αποσπούσαν από το να θυμάμαι τα μαρτύρια μου. Μόνο με τη Γυμναστική είχα ουδέτερες σχέσεις αν και δεν τα πήγαινα άσχημα, έχοντας από τα μαθήματα μπαλέτου που με είχε εγγράψει η μαμά μου ευλυγισία και ήμουν σε φόρμα. Ύστερα ήταν το όπως ήμουν και σκεφτόμουν τότε.

'Δασκαλεμένη' από τον Βαλεντίν, μπερδευόμουν όταν έβλεπα τα άλλα κορίτσια στο σχολείο να κάνουν από τα 'αντρικά' αθλήματα κανονικά, να τα απολαμβάνουν και σιωπηλά αναρωτιόμουν πως και γιατί εκείνα αθλούνταν χωρίς να δείχνουν πως τους το απαγόρευε κάποιος.

Σιωπηλά, γιατί ακόμη και για αυτό, εκείνος μου έλεγε να μην ρωτάω και αναρωτιέμαι φωναχτά για πράγματα που έρχονται σε αντίθεση με τα 'διδάγματα' του, γιατί θα φαινόμουν παντελώς χαζή και εκτός τόπου και χρόνου, τραβώντας πάνω μου προσοχή που δεν θα ήθελα.

Εν μέρει υπήρχε κάποιο δίκιο, επειδή δεν ήθελα πραγματικά αχρείαστη προσοχή επάνω μου.

Τέλος πάντων. Πάντως, μου άρεσε περισσότερο από κάθε μάθημα η Χημεία, το ένα που μου έδωσε τις βάσεις για να μάθω αργότερα να φτιάχνω ουσίες. Την μελετούσα περισσότερο από τα άλλα μαθήματα.

Έψαχνα περισσότερες πληροφορίες από βιβλία που συνήθως τα έπαιρνα από βιβλιοθήκες. Όχι διαδίκτυο συχνά, άμα το χρησιμοποιούσα, ο Βαλεντίν βρισκόταν ως δια μαγείας το αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο ένα βήμα από πίσω μου. Πάντα, συνήθως σε απόσταση αναπνοής.

Ήταν για να είναι σίγουρος πως δεν επικοινωνώ με κάποιον ή λέω κάτι που θα τον κατέστρεφε. Και όταν με έβλεπε να μελετάω, συνεχώς πέταγε μειωτικά σχόλια πως είναι χάσιμο χρόνου για ένα κορίτσι να διαβάζει. Εγώ πάντως συνέχιζα να μελετάω, ακόμη και κρυφά, ακόμη και στη βιβλιοθήκη του σχολείου.

Το έκανα πρώτα για παρηγοριά και αργότερα για να μπορέσω να φύγω, να σπουδάσω κάπου που θα μου έδινε τόσο σημαντική και υψηλή θέση, που ο Βαλεντίν δεν θα μπορούσε να με φτάσει και αγγίξει, ποτέ ξανά. Ούτε εκείνος, ούτε οι 'φίλοι' του που άρχισε να τους φέρνει στο σπίτι από τα 8 μου και μετά.

Δεν είχα ποτέ κοντινούς φίλους ή φίλες στο σχολείο αλλά και ευτυχώς κανέναν εχθρό να μου κάνει τη ζωή πιο δύσκολη από όσο ήταν. Ήταν προτιμότερο για εμένα τότε. Όσο λιγότερα άτομα άφηνα κοντά μου, τόσο πιο καλά θα κρατούσα τα μυστικά μου.

Και παρότι ήμουν ένα μοναχικό φυτό, τουλάχιστον ήμουν ένα αρκετά σεβαστό φυτό. Αρκετές φορές υπήρχαν συμμαθητές μου ζητούσαν να τους δώσω τα φώτα μου για ασκήσεις. Δεν ήθελα, αλλά εξακολουθούσα να κρύβω τα όσα με μίαζαν και απλώς βοηθούσα. Κανείς ποτέ δεν έμαθε για το τι περνούσα. Ούτε οι δάσκαλοι.

Ήμουν εκείνο το 'χαρωπό', κάπως συνεσταλμένο πανέξυπνο κορίτσι με τους καλούς βαθμούς. Ήμουν κάποια στο σχολείο τουλάχιστον, ένα σκουπίδι στο σπίτι...

Μία ημέρα πριν τα δωδέκατα μου γενέθλια η ζωή μου θα γινόταν ακόμα χειρότερη. Παρότι για μια στιγμή μονάχα, μου φάνηκε πως επιτέλους θα γινόταν καλύτερη. Επιτέλους...

Εκείνη τη μέρα, απόγευμα μάλλον, ο Βαλεντίν είχε φέρει τρεις άλλους φίλους στο σπίτι για να αράξουν προτού στραφούν σε εμένα. Είχαμε πάρει κλήση από το πρωί, από τη μαμά, πως θα ερχόταν αύριο, οπότε το κάθαρμα είχε μία μέρα ακόμα να με κατακρεουργήσει άνετα.

Ήπιε τα ποτά του με τους φίλους του και όταν χαλάρωσαν αρκετά άρχισαν να με καλούν 'να παίξουμε'. Φυσικά δεν ήθελα, ο Βαλεντίν άρχισε να νευριάζει, σηκώθηκε και άρχισε να με τραβάει με το ζόρι προς τους άλλους. Δεν ξέρω τι μου συνέβη εκείνη τη μέρα.

Το χέρι σηκώθηκε μόνο του να τον χαστουκίσει έτσι όπως είχε φέρει το πρόσωπο του κοντά μου. Υποθέτω πως βαθιά μέσα μου το ότι είχα κουραστεί με τις μαλ*κίες του Βαλεντίν βρήκε το δρόμο να εκφραστεί προς τα έξω. Δεν είχα βάλει καν αρκετή δύναμη, αλλά η κίνηση ξάφνιασε τόσο τον μαλ*κα που με άφησε να πέσω στο πάτωμα.

Ύστερα άρχισε να με κλωτσάει.

Ούρλιαζα, ούρλιαζε και ύστερα άλλος από τους φίλους του μου έχωσε, δεν θυμάμαι τι μου έχωσε, κάποιο πανί στο στόμα. Με έγδυσαν, ακινητοποιήσαν και όπως σχεδόν κάθε φορά άρχισαν να με βι*ζουν. Από παντού. Ο Βαλεντίν είχε ξαναπιάσει το τροπάριο του σχετικά με το πόσο αδύναμα, αξιολύπητα μπλα μπλα μπλα ήταν τα κορίτσια.

Και τότε, δύο λεπτά αργότερα η πόρτα άνοιξε.

"ΏΣΤΕ ΉΤΑΝ ΑΛΉΘΕΙΑ!"

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις επόμενες εκφράσεις της μαμάς μου. Πρώτα το σοκ καθώς κοίταζε το θέαμα μπροστά της, γουρλωτά και οργισμένα μάτια, που πέταγαν φλόγες. Εντωμεταξύ μόνο ο Βαλεντίν είχε σταματήσει να με γ*μάει.

Τα ζώα οι φίλοι του... ή μάλλον ας μην προσβάλλω τα ζώα, τα καθάρματα οι φίλοι του συνέχιζαν το έργο τους, αγνοώντας εντελώς την μαμά. Με το σκεπτικό πως θηλυκό είναι, τι θα κάνει; Ωστόσο ο Βαλεντίν φαινόταν εξαιρετικά αγχωμένος καθώς την πλησίαζε.

"Μαγδαλένα, καρδιά μου, μπορούμε να το συζητήσο-."

Αυτό που είδα να συμβαίνει έγινε το πρώτο έναυσμα μέσα μου για να ακυρώσει όλα όσα είχε πει ποτέ ο Βαλεντίν για τις γυναίκες και τη θέση τους στη κοινωνία. Πρώτα η Μαγδαλένα έσπρωξε δυνατά τον Βαλεντίν στην άκρη.

Είχε ορμήξει απάνω στους 3 άντρες, τους ξεκόλλησε από πάνω μου, τους έριξε κάτω και ύστερα, έτσι όπως φόραγε γόβες στιλέτο, άρχισε να τους πατάει τα αχαμνά, όχι μόνο μία και δύο φορές, αλλά πολλές φορές, με τέτοια λύσσα και μανία που τα χρειάστηκα εντελώς. Την παρακαλούσαν να σταματήσει!

"Οι άντρες δεν παρακαλάνε σαν τα θηλυκά."

Είχε πει κάποτε ο Βαλεντίν. Μπούρδες.

Όταν τελείωσε να τους καταστρέφει τα όργανα άρχισε να τους κλωτσάει παντού και να τους ουρλιάζει να μην με αγγίζουν. Όταν λιποθύμησαν από τον πόνο και τα χτυπήματα της, τότε η μαμά στράφηκε στον Βαλεντίν. Ο οποίος είχε πέσει στα γόνατα σαν ικέτης και την κοίταζε με αξιολύπητο βλέμμα.

"Οι άντρες ποτέ δεν γονατίζουν μπροστά στις γυναίκες, μόνο εκείνες."

Είχε πει κάποτε ο Βαλεντίν. Μπούρδες.

Είχε πέσει λοιπόν στα γόνατα και παρακάλαγε την Μαγδαλένα να μην ξεσπάσει, πως ΔεΝ φΤαΊω, ΉτΑν ΜιΑ σΤιΓμΉ αΔυΝαΜίΑς. Ήθελα τώρα να τον αναστήσω μόνο και μόνο για να τον σκοτώσω ξανά όπως θυμάμαι τις ηλίθιες δικαιολογίες του τότε.

"ΠΏΣ ΜΠΟΡΟΎΣΕΣ;! ΣΊΧΑΜΑ, ΆΘΛΙΕ! ΤΟ ΊΔΙΟ ΜΑΣ ΤΟ ΠΑΙΔΊ;! ΑΛΉΘΕΙΑ;!"

"Μαγδαλέ-."

Σήκωσε πόδι και του έριξε μπροστινή κλοτσιά στη μούρη, όλη δική του. Κοίταζα και δεν πίστευα ακόμη αυτό που συνέβαινε. Δεν μπορούσε να είναι αυτή η γυναίκα η μαμά μου τότε. Κάποια την μιμούνταν. Μια φορά στη ζωή μου δεν την είχα δει να θυμώνει, να δείχνει βία σε κανέναν και οτιδήποτε.

Ακόμη και σε εκείνο το αλογάκι της Παναγίτσας που είχε μπει μια μέρα στο σπίτι. Αντί να το σκοτώσει το έπιασε απαλά στα χέρια της και μου το έδωσε και εμένα να το κρατήσω, διδάσκοντας με πως δεν ήταν όλα τα έντομα αυτά τα σιχαμερά πλάσματα που πολλοί έλεγαν πως είναι και πως μόνο άμα τα προκαλέσεις θα σου επιτεθούν.

Γαργαλούσε λίγο έτσι όπως περπάταγε πάνω στα χέρια μου, αλλά δεν ήταν καθόλου άσχημα. Όσο δεν το πείραζες θα παρέμενε άκακο. Ύστερα η μαμά το έβγαλε έξω σε κάτι χορτάρια και το άφησε να συνεχίσει τη ζωή του. Τώρα που τελειώσαμε με το χαριτωμένο διάλειμμα, πίσω στα τραγικά.

Η μαμά ήταν ακόμη τρομερά οργισμένη. Δεν την ένοιαζε καθόλου που είχε σπάσει τη μύτη του Βαλεντίν με το πόδι της. Συνέχισε να του ουρλιάζει, πως δεν ήξερε πως ήταν τόσο τυφλή να τον παντρευτεί, πως θα τον καταγγείλει και θα σαπίσει στη φυλακή. Ύστερα στράφηκε σε εμένα.

Με πλησίασε και η έκφραση της δεν είχε καμία σχέση σαν αυτή την οργισμένη και τρελαμένη που είχε με τους άλλους άντρες πριν.

Τώρα έβλεπα τη μαμά μου, τώρα έβλεπα την ανησυχία, αγάπη και αγωνία του αληθινού γονέα καθώς γονάτιζε κοντά μου, με καθάριζε, έντυνε και αγκάλιαζε. Είχε αρχίσει να κλαίει, μου ζήταγε συγνώμη, πως δεν είχε καταλάβει τίποτα όλα αυτά τα χρόνια και μόνο πρόσφατα, μόνο τώρα... Την άκουγα, αλλά δεν δύνοταν για μένα να μιλήσω.

Απλώς έκλαιγα και την αγκάλιαζα, συνειδητοποιώντας πως ένα ακόμα ψέμα του Βαλεντίν είχε ξεσκεπαστεί: η μαμά εξακολουθούσε να με αγαπάει γνωρίζοντας πως μου συνέβαιναν όλα αυτά τα αποτρόπαια πράγματα. Δεν με μισούσε. Και στιγμιαία πίστεψα, η καημένη τότε Νάντια, πως επιτέλους τα βασανιστήρια μου θα τελείωναν.

Πολύ αργά σήκωσα κεφάλι και είδα τον Βαλεντίν να πλησιάζει αθόρυβα πάνω από τη μαμά μου κρατώντας το κουζινομάχαιρο, με μια εντελώς αποτρελαμένη ψυχοπαθή έκφραση. Ήταν ακόμα χειρότερα έτσι όπως ήταν στραβωμένη η μύτη του με τα αίματα να έχουν κάνει γραμμή ως τη μέση της μπλούζας του.

Ούτε που πρόλαβα να ψελλίσω μια προειδοποίηση. Της κατέβασε το μαχαίρι με δύναμη και οργή στην πλάτη, έτσι και της το τράβηξε πίσω. Η μαμά βόγκηξε, τα χέρια της με άφησαν καθώς έπεφτε στο πλάι με αίματα από στόμα και πλάτη να τρέχουν σαν πίδακες. Δεν πρόλαβα να κλάψω, δεν πρόλαβα να θρηνήσω.

Ούτε καν να ανταλλάξουμε τελευταία λόγια ή τίποτα τέτοιο εγώ και εκείνη. Εκείνος άρχισε να με χτυπάει με λύσσα, μέχρι που λιποθύμησα.

Άνοιξα μάτια στο νοσοκομείο. Λεπτά αργότερα ένας γιατρός με είδε ξύπνια και σύντομα κάλεσε τον Βαλεντίν να με δει. Είχε βάλει την πιο θλιμμένη και κλαμένη του μάσκα καθώς με πλησίαζε και γονάτιζε δίπλα από το κρεβάτι μου. Τη στιγμή που η πόρτα του δωματίου έκλεισε, με κοίταξε σοβαρά και σκοτεινά.

Με απείλησε πως θα με γ*μούσε μέχρι να πάθω ανακοπή και αργότερα θα με ξεκοίλιαζε άμα έλεγα στην αστυνομία για το τι είχε κάνει. Ναι, είχαν έρθει αστυνομικοί να με ανακρίνουν και εμένα. Οπότε, άμα ήξερα τι ήταν καλό για τον εαυτό μου, έπρεπε να στηρίξω την ιστορία που είπε πρώτος εκείνος όσο εγώ ήμουν αναίσθητη.

Πως ένας άγνωστος με κουκούλα, τη μέρα που όλη η οικογένεια βρισκόταν στο σπίτι, μπούκαρε μέσα, έσπασε τη μύτη του Βαλεντίν και τον πέταξε στο τοίχο, ο οποίος χτύπησε το κεφάλι του και λιποθύμησε. Πως με β*ασε και τη μαμά την σκότωσε κατευθείαν. Το κεφάλι του Βαλεντίν ήταν τυλιγμένο σε γάζες.

Όπως έμαθα αργότερα, το τραύμα ήταν αληθινό. Άλλο πράγμα για το οποίο ήταν ικανός, ήταν πως άμα ήθελε να κάνει ένα ψέμα εντελώς πιστευτό που περιλάμβανε τραυματισμούς, ήταν έτοιμος ακόμη και να αυτοτραυματιστεί.

Θα ήταν αστείο να τον φανταστώ πως μόνος του κοπάνησε το κεφάλι του στον τοίχο για να βγει ακόμα περισσότερο 'αλήθεια' το όλο πράγμα με τον εισβολέα να του προκαλεί το τραύμα, λες και δεν του έφτανε η σπασμένη μύτη, αλλά δεν υπήρχε κάποια όρεξη για αστεία τότε.

Ύστερα, προτού βγει από το δωμάτιο, μου έτριψε στη μούρη πως θα το χαρεί πάρα πολύ όταν θα έχει πρόσβαση σε όλα τα λεφτά που μάζεψε η Μαγδαλένα όλα αυτά τα χρόνια και πως εγώ έφταιγα που όλα κατέληξαν έτσι, οπότε θα ήταν μόνο δίκαιο να με τιμωρήσει για όλο το υπόλοιπο της ζωής μου.

Έχω ξαναπεί νομίζω πόσο θέλω να τον αναστήσω μόνο και μόνο για να τον σκοτώσω πάλι.

Τρέμοντας, ζορίστηκα να επιβεβαιώσω το παραμύθι στους αστυνομικούς μυξοκλαίγοντας, θυμούμενη τη μαμά να πέφτει στο πλάι νεκρή. Οι αστυνομικοί δεν αναφέρθηκαν καθόλου στους φίλους του Βαλεντίν και όπως θα καταλάβαινα αργότερα, είχαν προλάβει να φύγουν από το τόπο του εγκλήματος.

Ο μαλ*κας πρέπει να είχε καλύψει τα ίχνη τους και να το έκανε να φανεί σαν να μην είχαν έρθει ποτέ στο σπίτι. Μπορούσε να κάνει και τέτοια ο Βαλεντίν, τι; Μόνο στην επιδεξιότητα να καλύπτει σημάδια με καλλυντικά θα έμενε; Επίσης κοτζάμ σπίτι κράταγε καθαρό και στην εντέλεια.

Οι αστυνομικοί τα πίστεψαν όλα. Δυστυχώς. Είχαν ερευνήσει και το σπίτι. Δακτυλικά αποτυπώματα δεν υπήρχαν να χαλάσουν την ιστορία του Βαλεντίν και το όπλο του φόνου εξαφανισμένο. Ο δολοφόνος το κράτησε μαζί του όπως υπέθεσαν.

Λίγες μέρες αργότερα πήρα εξιτήριο. Και τα πράγματα για τα επόμενα τρία χρόνια θα μου γίνονταν ακόμα δυσκολότερα.

ψυχοπλάκωμα με έπιασε να γράφω για τον λούσιεν. και που έχει να πάει ακόμα η αφήγηση 😭👍🏽

4260 λέξεις. η συνέχεια του παρελθόντος του στο επόμενο μέρος.😭👋🏽

α ναι, σωστά

*πιάνω μαγουλάκια*

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen2U.Pro